Share |

Σάββατο 2 Μαΐου 2015

Μαλεβίτσης, Χρῆστος - ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ

http://www.kenef.phil.uoi.gr/dynamic/auth_books.php?Name_ID=2412

Χρήστος Μαλεβίτσης- logomnimon

Χρήστος Μαλεβίτσης

Ο άνθρωπος. Το πιο τρομαγμένο πλάσμα του κόσμου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΛΕΒΙΤΣΗΣ «ΕΦΗΜΕΡΙΑ»
Η αλήθεια δεν είναι αντικείμενο, είναι οδός.
«ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ» άρθρο στο περιοδικό ΕΥΘΥΝΗ τ. 339 έτος 2000

Για μια μακρά ιστορική περίοδο τους νόμους της φύσεως τους εξηγούσε η βούληση του Θεού. Και για μια άλλη επίσης μακρά ιστορική περίοδο τη βούληση του Θεού την εξηγούσαν οι νόμοι της φύσεως. Στο τέλος μείναμε χωρίς νόμους της φύσεως και χωρίς βούληση του Θεού. Με τις εκμυθευτικές αυτές σχεδίες διαπλεύσαμε για μακρές ιστορικές περιόδους τον ωκεανό του αγνώστου. Ίσαμε που ναυαγήσαμε. Οι άνθρωποι και των δύο ναυαγίων κρατιούνται από τα σπασμένα ξύλα τους για να μη βυθιστούν στο υγρό στοιχείο του αγνώστου. Είναι πολύτιμα τούτα τα ξύλα. Όμως δεν μπορούν να μας οδηγήσουν πλέον σε λιμάνι.
“ΕΦΗΜΕΡΙΑ” Εκδόσεις ΔΩΔΩΝΗ 
Γνώση και δύναμη

Οι δύο πόλοι, γύρω από τους οποίους στρέφεται το μεγαλείο και το δράμα του ανθρώπου είναι η γνώση και η δύναμη. Αλλά για τον άνθρωπο η δύναμη προέρχεται από τη γνώση. Γι’ αυτό εν τέλει το δράμα παίζεται στο επίπεδο της γνώσης. Η κοσμοϊστορική σημασία της γνώσης έγινε αντιληπτή από τα πανάρχαια χρόνια. Γι’ αυτό, τόσο το πνεύμα του Ισραήλ όσο και της Ελλάδος, έθεσαν το ζήτημα στο υψηλό επίπεδο της ρήξεως του ανθρώπου με το θείο. Και έχομε στη Βίβλο την εκμύθευση του δέντρου της γνώσεως, ενώ στην Ελληνική μυθολογία έχομε την εκμύθευση της αρπαγής της φωτιάς από τους θεούς, με αυτουργό τον Προμηθέα. Τονίζω και πάλι πως αυτοί οι δύο ευφυείς και βαθυνούστατοι λαοί αντελήφθησαν την κοσμοϊστορική σημασία της γνώσεως. Η γνώση δεν είναι ένα απλό συμβάν ανάμεσα στα άλλα. Είναι το κατ’ εξοχήν συμβάν της υπάρξεως. Πάντως και στις δύο περιπτώσεις το θείο ήταν αντίθετο. Διότι η γνώση αυτονομεί τον άνθρωπο και τον απομακρύνει από το θείο. Δεν πρέπει να αντιμετωπίσομε το ζήτημα ρηχά και να πούμε πως οι Θεοί εκπροσωπούν δυνάμεις “αντιδραστικές”, που απεχθάνονται την πρόοδο. Μας είναι πιο χρήσιμο να εννοήσουμε πως η αντίθεση συμβαίνει στο βάθος του πνεύματος, συνεπώς και οι δύο ροπές είναι εξίσου έγκυρες. Και αν ο κίνδυνος από τη γνώση δεν ήταν ορατός εδώ και χιλιάδες χρόνια, από τότε που ζει ο μύθος, τώρα πλέον είναι ορατός διά γυμνού οφθαλμού. Η γνώση απειλεί σύμπασα τη ζωή του πλανήτη. Ιδού που οι φόβοι της θεότητας, δηλαδή της έσχατης εσωτερικότητας, πηγαίνουν να επαληθευθούν.
απόσπασμα από το δοκίμιο του ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΕΒΙΤΣΗ “ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΥΝΑΜΗ”
από το βιβλίο του: “ΤΑ ΜΗΛΑ ΤΩΝ ΕΣΠΕΡΙΔΩΝ”
(1984) Εκδόσεις IMAGO
  Η συν-είδηση του θανάτου
Υπάρχουν πολλοί επιθετικοί προσδιορισμοί για τον άνθρωπο· αλλά ο πλέον καίριος είναι ότι ο άνθρωπος είναι θνητός. Και τούτο δεν σημαίνει απλώς πως ο άνθρωπος πεθαίνει, αλλά ότι ο άνθρωπος ζει γνωρίζοντας πως θα πεθάνει. Το ζώο ζει μη γνωρίζοντας πως θα πεθάνει. Η διαφορά είναι μεταξύ πνεύματος  και φύσεως

απόσπασμα από το δοκίμιο του ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΕΒΙΤΣΗ “Η ΣΥΝ-ΕΙΔΗΣΗ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ”
από το βιβλίο του: “ΤΑ ΜΗΛΑ ΤΩΝ ΕΣΠΕΡΙΔΩΝ”
(1984) Εκδόσεις IMAGO
  Ο πολιτισμός της ευχέρειας

Οι Δυτικές κοινωνίες εισέρχονται πλησίστιες στον πολιτισμό της ευχέρειας. Ενώ όλοι οι μέχρι τώρα πολιτισμοί ήσαν πολιτισμοί της δυσχέρειας. Η διαφορά είναι κρίσιμη. Διότι η δυσχέρεια συνθέτει τους πολιτισμούς, η δε ευχέρεια τους αποσυνθέτει.
Βέβαια, ο πολιτισμός έγινε από τον άνθρωπο για να μετατρέψει τη δυσχέρεια σε ευχέρεια. Οι παλιοί πολιτισμοί το καταφέρανε τούτο σε περιορισμένο βαθμό και για περιορισμένο αριθμό ανθρώπων. Μόνον ο δικός μας πολιτισμός στη δεύτερη φάση του, σε αυτήν της καταναλωτικής κοινωνίας, επέτυχε να μεταστοιχειώσει τη δυσχέρεια σε ευχέρεια σε μεγάλο βαθμό και για μεγάλο αριθμό ανθρώπων. Με τον καιρό δε αυξάνει και ο βαθμός της ευχέρειας. και ο αριθμός των ανθρώπων που την απολαμβάνουν. Αυτό ονειρευόταν ο άνθρωπος από καταβολής του· τώρα το επέτυχε· δεν νιώθει ευτυχής;
Εδώ ακριβώς βρίσκεται η μεγάλη αποκάλυψη: ότι στον πολιτισμό της ευχέρειας ο άνθρωπος δεν αισθάνεται ευτυχής. Αλλά και κάτι παραπάνω: δεν αισθάνεται ασφαλής. Και την πλέον ταπεινή συνείδηση του πολιτισμού της ευχέρειας την έχει σταυρώσει η κατήφεια και την έχει χαράξει η υποψία, ή και η βεβαιότητα της ριζικής ανασφάλειας. Πράγματι, αυτό το τελευταίο είναι πολύ απογοητευτικό· ατενίζομε πλέον και στις αμέτοχες συνειδήσεις τον κατοπτρισμό της ματαιότητας του πολιτισμού μας. Ήταν νοητή η συζήτηση για την κρίση του πολιτισμού μεταξύ ιστορικών ή φιλοσόφων ή κοινωνιολόγων. Τώρα όμως η συζήτηση αυτή διεξάγεται ανάμεσα σε ανθρώπους απλοϊκούς ή νέους, με τις ελάχιστες ακόμη εμπειρίες ζωής. Και η συνείδηση αμηχανεί προ του μεγάλου κακού, βλέποντας πως το ψύχος της ιστορικής αυτοσυνειδησίας κατήλθε ως τους ανθισμένους λειμώνες και τους καταψύχει προώρως. Και αποδεικνύεται πλέον με ενάργεια μεσημεριού, πως πράγματι ο πολιτισμός μας τελεί σε κρίση – διότι η κρίση του κλονίζει και τις αγεώργητες, και τις άγουρες συνειδήσεις. Δεν πρόκειται πλέον περί θεωρητικής εκδοχής, αλλά περί καθεστώτος εδραίου.
Πηγή των πολιτισμών η δυσχέρεια του βίου. Βιοτική δυσχέρεια, βεβαίως, αντιμετωπίζουν και τα ζώα. Μόνο που αυτά δεν μπορούν να απαντήσουν στην πρόκληση της δυσχέρειας και παραμένουν εσαεί δέσμιά της. Ο άνθρωπος απελευθερώνεται από τη δυσχέρεια απαντώντας δημιουργικά στην πρόκλησή της. Η απελευθέρωση είναι σχετική· με τον Δυτικό όμως πολιτισμό μας πάει να γίνει απόλυτη. Γι’ αυτό και μετασχηματίζεται στον πρώτο πολιτισμό της ευχέρειας στην ιστορία.
Η πενία, δηλαδή η δυσχέρεια, δε κατεργάζεται μόνο τέχνες, κατά το λόγο. Κατεργάζεται και το πνεύμα, τον εσωτερικό πλουτισμό, τα αισθήματα, τις συγκινήσεις, τις αγάπες, τις θρησκείες, τις φιλοσοφίες, τις ιδεολογίες. Όχι μόνον ο υλικός πολιτισμός, αλλά και ο πνευματικός πολιτισμός είναι προΐόντα της δυσχέρειας. Και τούτο το τελευταίο μάς ενδιαφέρει ακόμη περισσότερο. Δεν θα υπήρχε πνευματικό έργο χωρίς τη δυσχέρεια της υπάρξεως. Όλη η Οδύσσεια είναι η βιοτική δυσχέρεια ενός ανθρώπου. Και όλη η Ιλιάδα είναι η αγωνιστική δυσχέρεια ενός λαού. Η ριζική δυσχέρεια της ανθρώπινης ύπαρξης που είναι ο θάνατος, συνιστά το σημείο αφετηρίας του Χριστιανισμού. Και η διά βίου προσκόλληση του ανθρώπου στη θρησκεία του συστοιχείται προ τον διά βίου χειμασμό του ανθρώπου στον κόσμο τούτο. Η ζωή τελεί πάντοτε υπό απειλή και καταφεύγει στο έργο του πολιτισμού για να ασφαλισθεί υλικώς και πνευματικώς. Ωστόσο, τούτο δεν σημαίνει πως οι πνευματικές καταφυγές της ζωής είναι προσχήματα άμυνας χωρίς αυτόνομη εσωτερική αξία – δηλαδή δεν πρόκειται για εξορκισμούς. Όχι. Ναι μεν η δυσχέρεια του ζην αναγκάζει τον άνθρωπο στο να ψάξει για πνευματικά ερείσματα, δεν πρόκειται όμως για επινοήματα, παρά για γνήσιες αποκαλύψεις πραγματικοτήτων, αγνώστων μέχρι τότε. Η διάνοιξη της συνείδησης, ωθημένη από τη δυσχέρεια, είναι πραγματική και κοσμοϊστορικής σημασίας. Άλλωστε, επειδή ακριβώς αυτές οι πραγματικότητες υπάρχουν, τις αντιτάσσει ο άνθρωπος στη δυσχέρεια, για την υπέρβασή της. Αν δεν υπήρχαν, δε θα τις εύρισκε· θα του ήταν ίσως ακατόρθωτο και να τις επινοήσει. Και μάλιστα θα ήταν πιο δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να τις επινοήσει παρά να τις ανακαλύψει.
Όσο ο άνθρωπος απαλλάσσεται από τη δυσχέρεια του ζην τόσο απαλλάσσεται και από την ανάγκη να καταφύγει στον προφήτη, στον άγιο, στον ποιητή, στον φιλόσοφο. Γι’ αυτό και στον πολιτισμό της ευχέρειας τα επ-αγγέλματα αυτά ολοένα και περισσότερο παραμένουν αζήτητα. Διότι οι επαγγελίες τους για σωτηρία (θρησκευτική, αισθητική, γνωστική) δεν ενθουσιάζουν κανέναν. Η ευχέρεια αποσαθρώνει την πνευματική σκευή του πολιτισμού και του ανθρώπου.
Βέβαια, η ύπαρξη είναι καταστατικώς δυσχερής στον κόσμο τούτο, αφού η κατ’ εξοχήν δυσχέρεια, ο θάνατος, δεν αναιρείται από κανέναν πολιτισμό. Όμως η αναίρεση της βιοτικής μέριμνας (τροφή, ένδυση, στέγη, φάρμακα) απαλύνει τις υψηλότερου βαθμού δυσχέρειες μέχρι αμβλύνσεών των, δεδομένου ότι οι “πλατιές μάζες” που συνιστούν το μόνο υποκείμενο του πολιτισμού της ευχέρειας, νιώθουν να ευδαιμονούν μέσα στη θαλπωρή της υλικής τους ευμάρειας. Δεν είναι ασήμαντο πράγμα η ικανοποίηση των άμεσων και επιτακτικών βιοτικών αναγκών. Γι’ αυτό ακριβώς και η λύση που δόθηκε κατακυριάρχησε και παραμέρισε όλες τις άλλες λύσεις των άλλων δυσχερειών.
Όλα όμως τούτα ισχύουν βραχυπροθέσμως. Δεν μπορούν να ισχύσουν μακροπροθέσμως. Μακροπροθέσμως οδηγούν ευθέως προς την κατάρρευση του πολιτισμού. Επειδή η ευχέρεια απορρυθμίζει τους μηχανισμούς συντηρήσεως και επεκτάσεως του πολιτισμού. Ίσως στο τέλος αναλάβει τον μόχθο αυτό μια αποφασισμένη μειοψηφία. Οπότε θα περάσομε σε άλλες ιστορικές μορφές χαρούμενης, πλέον, δουλείας των πολλών της ευχέρειας στους λίγους της δυσχέρειας.
Ωστόσο, ο πολιτισμός μας ήδη κρούεται στα όρια της υλικής του ευχέρειας, που είναι τα όρια αντοχής του φυσικού μας περιβάλλοντος. Στο μεταξύ όμως η ευχέρεια, που η Δύση έχει απολαύσει σε πρωτοφανή βαθμό και για πρώτη φορά στην ιστορία, έχει πράξει το κακό. Υπονόμευσε όλη την πνευματικότητα και όλη την εσωτερικότητα που είχαν δημιουργήσει οι πολιτισμοί της δυσχέρειας.
Σ’ αυτόν τον κόσμο τα πάντα έχουν το αντίρροπό τους. Η υλική δυσχέρεια αντιζυγίζεται με πνευματική ευτυχία. Η υλική ευτυχία αντιρροπείται με πνευματική δυστυχία. Η δυσχέρεια του Ισραήλ εδημιούργησε την Παλαιά Διαθήκη, τον Λόγο του Θεού. Η ευχέρεια της Δύσεως προετοιμάζει τον Λόγο του Δαιμονικού. Ήδη τον ακούμε ευκρινώς.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΛΕΒΙΤΣΗΣ “Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΧΕΡΕΙΑΣ”
από το βιβλίο του: “ΤΑ ΜΗΛΑ ΤΩΝ ΕΣΠΕΡΙΔΩΝ”
(1984) Εκδόσεις IMAGO 
 

Χρήστος Μαλεβίτσης

Ενδιαφέρουσες ιστοσελίδες: 



Ο φιλόσοφος Χρήστος Μαλεβίτσης (1927-1997)

http://www.ekebi.gr/frontoffice/portal.asp?cpage=NODE&cnode=462&t=2451



ΒιογραφικόΒραβείαΕργογραφίαΜεταφράσειςΕμφάνιση όλων

Τελευταία ενημέρωση: 28/9/2009 


Νέα Αναζήτηση
Μεταφράσεις 

-Ν. Μπερντιάεφ, "Αλήθεια και αποκάλυψη" (1967).
-Κ. Γιάσπερς, "Εισαγωγή στη φιλοσοφία" (1968).
-Ζαν Βαλ, "Εισαγωγή στις φιλοσοφίες του υπαρξισμού" (1970).
-Μ. Χάιντεγγερ, "Εισαγωγή στη μεταφυσική" (1973).
-Ι. Μποχένσκι, "Ιστορία της σύγχρονης ευρωπαϊκής φιλοσοφίας" (1975).
-Πάουλ Τίλλιχ, "Το θάρρος της υπάρξεως" (1976).
-Κ. Γιάσπερς, "Μαθήματα φιλοσοφίας" (1978).
-Γ. Σαχακιάν, "Ιστορία της φιλοσοφίας", Α' Τόμος (1979).
-Γ. Σαχακιάν, "Ιστορία της φιλοσοφίας", Β' Τόμος (1981).
-Ν. Μπερντιάεφ, "Δοκίμιο εσχατολογικής μεταφυσικής" (1984).


Πρόσφατες εκδόσεις:


Heidegger, Martin. Εισαγωγή στη μεταφυσική. Αθήνα, Δωδώνη, 1990. Σελ.: 292.

Wahl, Jean. Εισαγωγή στις φιλοσοφίες του υπαρξισμού. Αθήνα, Δωδώνη, 1988. Σελ.: 261.

Bochenski, I. M. Ιστορία της σύγχρονης ευρωπαϊκής φιλοσοφίας. Αθήνα, Δωδώνη, 1985. Σελ.: 323.

Jaspers, Karl. Εισαγωγή στη φιλοσοφία. Αθήνα, Δωδώνη, 1983. Σελ.: 323.

Tillich, Paul. Το θάρρος της υπάρξεως. Αθήνα, Δωδώνη, 1976. Σελ.: 302.


  1. Χρήστος Μαλεβίτσης συνέντευξη στην Μαρία Αλιφέρη'92 ...

    www.youtube.com/watch?v=h184uM2A0c0
    25 Ιαν 2013 - Μεταφορτώθηκε από Basilis Romanos
    Ο Χρήστος Μαλεβίτσης (1927-1997), υπήρξε συγγραφέας, διανοητής και φιλόσοφος, με εκτενές και πολύπλευρο έργο. Διέπρεψε κυρίως στο ...

Ιλιάδα

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%99%CE%BB%CE%B9%CE%AC%CE%B4%CE%B1

ΚΩΣΤΑΣ ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ - ΠΛΑΤΩΝ Ο ΕΙΔΩΣ

Αν κατορθώσουμε να αντικρούσουμε το “κλασσικό ήθος”, όχι σαν αφηρημένο ιδεατοτυπικό σχήμα, αλλά σαν μια ζωντανή ιστορική πραγματικότητα, τότε θά 'χουμε και το κλειδί για την κατανόηση αυτής της ειδικής μορφής συνέχειας, που παρουσιάζει η ιστορία του 5ου χρυσού αιώνα.
Κι εδώ χρειάζεται να εφοδιαστούμε με ορισμένες βασικές Ελληνικές απόψεις και ιδέες. Συνέχεια για τους Έλληνες δεν σημαίνει τίποτε άλλο παρά διατήρηση μιας αδιάλειπτα διαφοροποι...
Συνεχίστε την ανάγνωση

Η ΟΡΓΑΝΙΚΗ ΠΡΟΣΩΠΟΚΕΝΤΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ -- Ο ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ...
ELLINIKOSKOINOTISMOS.BLOGSPOT.COM|ΑΠΟ ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ν




Αν κατορθώσουμε να αντικρούσουμε το “κλασσικό ήθος”, όχι σαν αφηρημένο ιδεατοτυπικό σχήμα, αλλά σαν μια ζωντανή ιστορική πραγματικότητα, τότε θά 'χουμε και το κλειδί για την κατανόηση αυτής της ειδικής μορφής συνέχειας, που παρουσιάζει η ιστορία του 5ου χρυσού αιώνα.

Κι εδώ χρειάζεται να εφοδιαστούμε με ορισμένες βασικές Ελληνικές απόψεις και ιδέες. Συνέχεια για τους Έλληνες δεν σημαίνει τίποτε άλλο παρά διατήρηση μιας αδιάλειπτα διαφοροποιούμενης Ενότητας. Αυτός ο ορισμός εκφράζει την απόλυτα καταφατική και ενεργητική στάση του Έλληνα απέναντι στην Ιστορία. Ας προσπαθήσουμε ν’ αναπλάσουμε αυτή την πρωταρχική εκδήλωση κάθε γεννωμένου πολιτισμού, αυτή τη μυστική ιδέα τη γεμάτη από βάθη της λαϊκής ψυχής και που μ’ αυτήν κάθε πολιτισμός στα πρώτα του σκιρτήματα εκφράζει το πεπρωμένο του, τη μυστική εικόνα του εαυτού του.

Στις Ινδίες, η θλίψη, η οδύνη και η αηδία που γεννάει το θέαμα της αιώνιας και μάταιης πάλης, που γίνεται ανάμεσα στις ατομικότητες και που καταλήγει στο Μηδέν, στο θάνατο, με λίγα λόγια, το θέαμα του “ιστορικού γίγνεσθαι” γέννησε μια καθαρά αρνητική στάση απέναντι στο γίγνεσθαι και την αλλαγή. Η επί χιλιάδες χρόνια αναλλοίωτη διατήρηση του συστήματος των καστών, όπου μέσα του αποστεώθηκε όλο το “ιστορικό γίγνεσθαι” και η ινδική Φιλοσοφία της Φυγής, της Επιστροφής πίσω σε κάποια αιώνια αδιαφοροποίητη Παγκόσμια Ενότητα μέσα στην οποία εξαφανίζεται η ατομική ψυχή…είναι οι δυο πιο τυπικές εκδηλώσεις της αρνητικής αυτής στάσης.

Αντίθετα οι Έλληνες από τα πρώτα τους βήματα είδαν σαν κάτι ολότελα θετικό το γεγονός της διαφοροποίησης, του κατατεμαχισμού σε ατομικότητες, του γίγνεσθαι και της φθοράς. Ο άνθρωπος σαν ατομικότητα δεν είναι κλειστή μονάδα δίχως παράθυρα, χαμένη μες την παγερή της απομόνωση, έρμαιο του χρόνου και της φθοράς, που η μόνη της ελπίδα να σβηστεί, να αφανιστεί μέσα σε μια παγκόσμια ύπαρξη, που θα’ ναι η δική της ανυπαρξία.

Βέβαια, οι Έλληνες ποτέ δεν αποτράβηξαν το βλέμμα τους από το ζοφερό θέαμα των “εφήμερων” όντων που στροβιλίζονται μες το χρόνο σαν τα φύλλα του φθινοπώρου, σαν “σκιάς ονείρατα”. Στον 7ο αιώνα μάλιστα, όταν η κρίση είχε φτάσει στο κατακόρυφο και ο διονυσιασμός είχε κατακλύσει όλη την Ελλάδα, θα μπορούσε κανείς να φανταστεί ότι ο Ελληνισμός ήταν έτοιμος να βυθιστεί σε κάποια ασιατική Θεοκρατούμενη βαρβαρότητα. Εκείνη την εποχή μέσα στη φοβερή εξαθλίωση, την αποσύνθεση της αριστοκρατίας και τις πρώτες αυθόρμητες και ανώριμες επαναστατικές κινήσεις του Δήμου, σα να φάνηκε ότι η Ελλάδα θα ριχνόταν μες το δίλημμα να χαθεί μέσα σε μια απάνθρωπη πολιτεία “στρατοπέδου” τύπου Σπάρτης ή μέσα σε μια νομιμοποιημένη διονυσιακή αναρχία, σαν κι αυτή που περιοδικά επαναλαμβανόμενη είναι φαινόμενο κοινό για όλους τους πρωτογόνους.

Ποια ήταν η σωτήρια εκείνη δύναμη που προφύλαξε τον ελληνισμό από τον κίνδυνο να εξαφανιστεί μέσα σ’ ένα κοινωνικά ξεπερασμένο στρατοκρατικό σχήμα ή μέσα στην αντιουμανιστική διονυσιακή μυστικοπάθεια; Και πως πραγματοποιήθηκε ιστορικά η δύναμη αυτή; Η δύναμη αυτή, για την οποία θα μιλήσουμε, είναι ακριβώς ο Νόμος του κλασσικού πολιτισμού ή ελληνικότερα, ο Δαίμων του.

Παρατηρήστε τους αρχαϊκούς κούρους πως βγαίνουν απ’ την πέτρα, βαρείς ακόμα από ύλη και από προϊστορικό ύπνο, με σφιγμένες τις γροθιές, το βλέμμα υγρό από δίψα ζωής και εκείνο το αινιγματικό χαμόγελο του όντος, που δεν έχει διαφοροποιηθεί ακόμα από τον Κόσμο και σα φυτό χώνει τις ρίζες του και θρέφεται από τον Κόσμο. Προσέξτε αυτή την τέλεια χαρά της καθαρής ασυνειδησίας και την παντοδυναμία του αδιάφθορου ακόμα από κάθε είδους πολιτισμό ενστίκτου, που διαισθάνεται όμως το πεπρωμένο του και την ιστορία που το περιμένει. Παρατηρήστε όλη την εξέλιξη του αρχαϊκού κόσμου, πως βγαίνει μέσα από την πέτρα, πως χειραφετείται απ’ αυτή τη σχεδόν αιγυπτιακή ακινησία, πως αρχίζει να περπατά και βγάζει το ένα πόδι μπρος απ’ τ’ άλλο, πως τα χέρια του αποκτούν ζωή, υψώνονται και οπλίζονται…λες και βλέπουμε μπροστά μας τα πρώτα βήματα του κλασσικού πολιτισμού.

Λοιπόν ακριβώς μέσα από το χαμόγελο των κούρων μπορούμε να δούμε όλη την Φιλοσοφία της Ιστορίας των Ελλήνων, αυτή την ιδέα της απόλυτης θετικότητας της ύπαρξης, που αψηφάει το θάνατο και βεβαιώνει τον εαυτό της μέσα στον αγώνα, εκεί όπου η ζωή συνορεύει με τον θάνατο. Μπορούμε να δούμεστοέμβρυό της όλη την κλασσική πίστη στην αξία της ύπαρξης και στη δημιουργικότητά της, στην ανθρώπινη ιστορία, δηλ. σ’ αυτή τη δαιμονική δύναμη, που όπως την ορίζει αργότερα ο Πλάτων, επιτρέπει στον άνθρωπο να ξεπερνάη τη σχετική και θνητή ατομικότητά του με τον Πολιτισμό και την Ιστορία, “κινητή εικόνα της αθανασίας”και όχι με την ινδική μέθοδο της προσκόλλησης στην Παράδοση ή με την διονυσιακή μέθοδο της εξαφάνισης του ανθρώπου πίσω από τη μάσκα του Θεού.

Είναι τελείως χαρακτηριστικό το ότι, εκτός από τον Παρμενίδη, το στασιώτη του όλου[1], “αυτόν που αναστάτωσε το Σύμπαν ακινητοποιώντας το”, όλη την Ελληνική Φιλοσοφία εξέφρασε την ίδια θετική και ενεργητική στάση απέναντι στην ιστορία και το Γίγνεσθαι. Ας προσπαθήσουμε τώρα να κατανοήσουμε τη σημασία των “αφηρημένων” εννοιών, με τις οποίες η φιλοσοφία εξέφρασε την κοσμοθεωρία και τη Φιλοσοφία της Ιστορίας του Ελληνισμού, επί παραδείγματι, ποια είναι η βαθύτερη σημασία της αντίθεσης ανάμεσα στο είναι και το γίγνεσθαι, αυτής της αντίθεσης που αποτελεί τη σπονδυλική στήλη της Ελληνικής Φιλοσοφίας.

Ποιο είναι το νόημα της αντίθεσης αυτής στο θείο (το Έν, το Απόλυτο, το Όν, το αιώνιο, το “αεί κατά ταύτα έχον”) και το ανθρώπινο (το Σχετικό, το Γιγνόμενο, το διάφορο, το εφήμερο) και ποια είναι η λύση, η “κάθαρση” που έδωσε ο Ελληνισμός στην αγωνιώδη αξεπέραστη (π.χ στις Ινδίες), αυτή αντίθεση; Γιατί η αντίθεση αυτή δεν είναι μια άσαρκη, εγκεφαλική έννοια αλλά εκφράζει τη συνειδητή στάση ενός ολάκερου πολιτισμού πάνω στο πρόβλημα της ανθρώπινης σχετικότητας, δηλ. πάνω στο πρώτο θεμελιώδες πρόβλημα που θέτει και μ’ ένα οποιοδήποτε (θετικό ή αρνητικό) τρόπο λύνει κάθε πολιτισμός.

Στις Ινδίες π.χ την οδυνηρή απειροποικιλία και ρευστότητα του γίγνεσθαι δεν την είδαν παρά σαν γυμνό χάος, σαν απατηλή φαινομενικότητα ή σαν πηγή θλίψης και απογοήτεψης, δηλ. σαν κάτι απόλυτα και ανεπανόρθωτα. Κακό που προσπάθησαν να το απαρνηθούν με μια αυστηρή ασκητική και με μια ακόμα αυστηρότερη προσήλωση στον Τραντισιοναλισμό.

Στην Αίγυπτο πάλι, όπου το αίσθημα της απεραντοσύνης του χρόνου είχε δημιουργήσει μια γεροντική περιφρόνηση της μηδαμινότητας και της σχετικότητας της ανθρώπινης ζωής, η απόλυτα καταφατική στάση του κλασσικού Έλληνα απέναντι στη ζωή θα φαινόταν σαν μια παράξενη παιδαριωδία. “Ω Έλληνες” –είχε πη στο Σόλωνα ένας αιγύπτιος ιερέας–, αεί παίδες εστέ, γέρων δε Έλλην ουκ έστιν”… “Νέοι εστί τας ψυχάς πάντες. Ουδεμίαν γάρ εν αυταίς έχετε δι’ αρχαίαν ακοήν παλαιάν δόξαν, ουδέ μάθημα χρόνω πολιόν ουδέν”. [2] Φυσικά με τα παραπάνω ο Αιγύπτιος ιερέας δεν υποστήριζε τη σπεγκλερική ιδέα [3] ότι οι Έλληνες δεν είχαν ιστορική συνείδηση· αντίθετα, διαπίστωνε ότι οι Έλληνες ήταν ανίκανοι να δουν sub specie aeternitatis τη σχετικότητα της ανθρώπινης φύσης. Ο Herder λέει σχετικά: “Αν ένας αρχαίος Αιγύπτιος έμπαινε σε ένα Ελληνικό Μουσείο θα τρόμαζε, θα ξαφνιαζόταν και ίσως στο τέλος γύριζε αλλού με περιφρόνηση. «Τι ανακάτωμα, θαλεγε, τι θράσος! Ξιφομάχε! πόσην ώρα θα ρίχνεσαι μπροστά; Και συ νεανία! πόσον καιρό θ’ απλώνης το χέρι στο στεφάνι; Και συ Αφροδίτη! Ολοένα θα βγαίνης από το λουτρό; Και σεις παλαιστές ακόμα δεν νικήσατε; Πόσο αλλοιώτικα είμαστε εμείς! Εμείς παρασταίνουμε μόνο εκείνο που διαρκεί αιώνια, τη στάση της ηρεμίας και της ιερής σιωπής»”…

Απέναντι στις θεμελιώδεις αυτές αντιθέσεις, ανάμεσα στην ηρεμία και την κίνηση, το όν και το γιγνόμενο, την ενότητα και την πολλότητα, την ταυτότητα και την ποικιλία, ο κλασσικός πολιτισμός αντέταξε σαν σωτήρια σύνθεση την ιδέα του Δαίμονα-Μεταξύ. Πρώτοι οι Έλληνες στην Ιστορία ένοιωσαν πως η αδιάκοπη αλλαγή και κίνηση, που χαρακτηρίζει τη ζωή, φαινομενικά μόνο είναι άπιαστη και φευγαλέα.

Ύστερα από τον 6ο αιώνα, όταν η τάση προς το Νόμο και τον Κανόνα, προς ό,τι είναι γενικό και αναγκαίο, με μια λέξη προς την “ιδέα”, που μένει ατάραχη στο βάθος κάθε αλλαγής, γίνηκε το θεμέλιο της πολιτιστικής τους ζωής, μπόρεσε ο Έλληνας Καλλιτέχνης και μόλις αντιμετώπισε στην πλαστική του π.χ. το πρόβλημα της κίνησης δεν περιορίστηκε στην απλή μίμηση- κατά την πλατωνική ορολογία – τυχαίων, αυθαίρετων και στιγμιαίων κινήσεων, αλλά κατόρθωσε να εκφράση αυτόν ακριβώς τον ίδιο το ρυθμό τους, τον εσωτερικό Νόμο της λειτουργίας τους.

Μόλις έθεσε το πρόβλημα του γίγνεσθαι στην τέχνη, μόλις δηλ. μπόρεσε να χειραφετηθή από τη θρησκευτική υποταγή στο θέμα της άχρονης και αναλλοίωτης θεϊκής μακαριότητας και προσπάθησε να εκφράση αισθητικά μιαν ανθρώπινη μορφή κατόρθωσε να δώση έναν άνθρωπο έχοντας  για μοντέλο όχι το απλό εμπειρικό ατομικό αντικείμενο, αλλά τους γενικούς ρυθμιστικούς κανόνες της σωματικής κατασκευής και κίνησης, την “ιδέα” του ανθρώπινου κορμιού και της ανθρώπινης ύπαρξης.

Έτσι η “ιδέα” στην πλαστική γίνεται ρυθμός, στη ζωή γίνεται μέτρο και στην πολιτική “Νόμος”. Το ίδιο και στη Φιλοσοφία. Ξεπέρασαν την αντίθεση ανάμεσα στο αναλλοίωτο ον και στο διαφοροποιούμενο γίγνεσθαι με την έννοια του Νόμου και της Ενότητας, που η παρουσία τους δίνει νόημα και ύπαρξη στον κόσμο των φαινομένων, μες στον οποίο ζη ο άνθρωπος. Κανείς π.χ δεν τόνισε περισσότερο από τον Ηράκλειτο –τον κατ’ εξοχήν φιλόσοφο του Γίγνεσθαι– τη σημασία της ενότητας και του Νόμου σαν πρωταρχικών και σωτήριων κοσμικών, κοινωνικών και ψυχικών δυνάμεων. Ο Πλάτων αφιερώνει μερικές από τις καλύτερες σελίδες του Φαίδωνα[4], για να αποδείξη τη θετική συμμετοχή του αισθητού στη διαδικασία της γνώσης και τονίζει ότι δεν μπορεί να φτάσουμε στην Ιδέα παρά μόνο διαμέσου του αισθητού· όταν δε ένας παρεξηγημένος πλατωνισμός και ελεατικές επιδράσεις εγέννησαν μες την πλατωνική Ακαδημία την τάση των “φίλων των ειδών” δηλ. τη θεωρία της απόλυτης “χωριστής”(χωρίς) ύπαρξης των ιδεών και των φαινομένων, ο Πλάτων έσπευσε στον “Παρμενίδη”, οδηγούμενος από το γνήσιον Ελληνικό του ένστικτο, να καταδείξη τι παραλογισμούς γεννούσε μια θεωρία, που καταδίκαζε τον κόσμο της εμπειρίας στο ρόλο μιας απόλυτα απατηλής και αρνητικής φαινομενικότητας και που αρνιόταν κάθε δυνατότητα επαφής της ανθρώπινης ιστορικής ύπαρξης[5] με την κοσμική αιώνια πραγματικότητα[6].

Η Ενότητα και ο Νόμος είναι αυτά που “σώζουν”, δηλ. που διατηρούν το φαινομενικό και το ατομικό, δηλ. γενικά το υποκείμενο στη γένεση και τη φθορά. Αυτή είναι η βασική ιδέα που διέπει όλη την Ελληνική Φιλοσοφία από τον Ηράκλειτο μέχρι τον Πλάτωνα. Ο Πλάτων μάλιστα (που η αφελής δογματική άποψη από τον Αριστοτέλη και δώθε τον είδε σαν τον θεωρητικό της “χωριστής” απόλυτης Ιδέας), μόλις ξεκαθάρισε από κάθε είδους δογματισμό το αληθινό περιεχόμενο της Ιδεοκρατίας, υπέδειξε ρητά τη μέθοδο των ιδεών σαν την μέθοδο εκείνη που “σώζει τα φαινόμενα”[7] δηλ. που τους δίνει ενότητα και ύπαρξη υπάγοντάς τα κάτω από το Νόμο. Στο Γοργία μάλιστα, και ιδιαίτερα στις σελίδες 500-508, όπου ο Πλάτων συμπυκνώνει όλη την προηγούμενη εμπειρία του Ελληνισμού, αποκαλύπτεται η οργανική σχέση που έβλεπε το κλασσικό πνεύμα ανάμεσα στις έννοιες της ύπαρξης, της Ενότητας, του Νόμου, του Λόγου, του Αγαθού και της Τάξης.

Το Αγαθό, δηλ. το θεμέλιο κάθε ανθρώπινης και κοσμικής ύπαρξης (που δεν είναι παρά η πλατωνική, “ουμανιστική” μετάφραση της έννοιας της Δίκης του Σόλωνα και των προσωκρατικών) δεν είναι για τον Πλάτωνα παρά ο Νόμος καθ’ εαυτόν, η έννοια της νομιμότητας, η συμφωνία προς το Νόμο. Νόμος είναι η πρωταρχική Δύναμη, που υπερβαίνει “πρεσβεία και δυνάμει” (κατά λογική προτεραιότητα και σπουδαιότητα) κάθε ατομικό, μερικό φαινόμενο, η δύναμη που δίνει ενότητα, μορφή και νόημα (το “είδος” τους) στα φαινόμενα και που επιβάλλει τάξη, δηλ. ενιαίο συνολικό νόημα στη χαώδη απειροποικιλία τους.

Έτσι η τελευταία έννοια του Νόμου είναι τάξη, μορφή, δηλ. διατήρηση ενότητας μέσα στη γένεση και την εξαφάνιση των πολλών και διαφόρων ατομικοτήτων. Από θεωρητική άποψη, είναι Λόγος, δηλ. η Ενότητα της Συνείδησης που χωρίς αυτήν είναι αδύνατη η κατανόηση των πολλών και διαφόρων αντικειμένων και η διατήρηση τους μέσα στη γνώση. Από κοσμολογική άποψη, είναι “κόσμος”, δηλ. διατήρηση της θεμελιώδους ενότητας του είναι μέσα στο γίγνεσθαι από κοινωνική, ηθική και πολιτική άποψη, είναι αγαθό, έννομη τάξη, δηλ. διατήρηση της έννοιας της Νομιμότητας μέσα στο άτομο και την Κοινωνία. Από την άποψη του πολιτισμού είναι δαίμων, διατήρηση της Πρωταρχικής Ενότητας του πολιτισμού μέσα στη συνεχή διαφοροποίηση του ανθρώπινου Γίγνεσθαι, μέσα στην Ιστορία, δηλ. μέσα στην γένεση και τον αφανισμό των ατόμων και των γενών.

[1] ΠλάτωνΘεαίτ. 181α
[2] 
Τίμ. 22β
[3] Spengler: Le declin de Occident 1, 28-29. 
Η άποψη αυτή του Spengler είναι τελείως αστήρικτη, ιδίως μάλιστα όταν σκεφτούμε ότι ο Ηρόδοτος και ο Θουκυδίδης είναι οι πατέρες της Ιστορίας
[4] Αυτή την έννοια έχει η θεωρία της ανάμνησης, βλ. Φαιδ. 72-77
[5] “Παρ’ ημίν, εν ημίν”: “Παρμ”, 130c, 133d, 134b βλ. και Φαιδ. 102β 103 χωρίς παρμ. 139c
[6] “Εν τη φύσει”, βλ. τα προαναφερθέντα χωρία του “Πάρμεν” και του “Φαίδωνα”.
[7] “Σώζειν τα φαινόμενα”- “αποδεδόντι τα φαινόμενα”- Θεόφραστος Diels Vorrokz ΙΙ, 43, “τα φαινόμενα αποδούναι”, Αριστοτέλης “Μετ. Τ. Φυσικά” 107 3β 36 107 4α 1. 
* ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ «ΠΛΑΤΩΝ Ο ΕΙΔΩΣ» ΠΟΥ ΓΡΑΦΤΗΚΕ ΣΤΑ 1945 ΚΑΙ ΘΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕΙ ΠΡΟΣΕΧΩΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ.
πηγή: Αντίφωνο
http://ellinikoskoinotismos.blogspot.gr/…/05/blog-post_45.h…